Άτομα που παρουσιάζουν συχνά κρίσεις ημικρανίας θα πρέπει να τηρούν αυστηρά ημερολόγιο κεφαλαλγίας, έτσι ώστε να μπορέσει ο θεράπων ιατρός να διακρίνει έγκαιρα τις περιπτώσεις χρόνιας ημικρανίας και να χορηγήσει τη σωστή θεραπεία πρόληψης. Η χρήση φαρμάκων θα πρέπει να γίνεται αυστηρά βάσει των ιατρικών οδηγιών και σε κάθε περίπτωση να αποφεύγεται η κατάχρηση αναλγητικών.
Η αποτελεσματική αντιμετώπιση των ημικρανικών κρίσεων εξαρτάται από την έγκαιρη λήψη της ενδεδειγμένης φαρμακευτικής αγωγής. Ο κίνδυνος υπερβολικής και ανεξέλεγκτης χρήσης αναλγητικών φαρμάκων μπορεί εύκολα να επιβαρύνει την κατάσταση προκαλώντας επιπλέον φαρμακευτικής αιτιολογίας κεφαλαλγία. Για το λόγο αυτό είναι αναγκαία η καταγραφή των λαμβανομένων φαρμάκων και η τακτική νευρολογική παρακολούθηση.
Πρέπει να αποφεύγονται συστηματικά οι παράγοντες που πυροδοτούν κρίσεις ημικρανίας (triggers). Υπάρχει σειρά ενδογενών και εξωγενών παραγόντων που μπορούν να προκαλέσουν ημικρανία και διαφέρουν μεταξύ των ασθενών. Κάθε άτομο που πάσχει από ημικρανία θα πρέπει αρχικά να καταγράψει λεπτομερώς τους πυροδοτικούς αυτούς παράγοντες και στη συνέχεια να τους αποφεύγει κατά το δυνατόν τροποποιώντας ανάλογα τις συνήθειες και τη δραστηριότητά του.
Η σοκολάτα, η καφεΐνη, συνθετικές γλυκαντικές ουσίες και τα εσπεριδοειδή αναφέρονται από πολλούς ασθενείς ότι πυροδοτούν την εκδήλωση ημικρανίας. Η στέρηση ύπνου, το σωματικό και ψυχικό στρες, όπως και έντονη σωματική άσκηση πολύ συχνά επιτείνουν τα συμπτώματα. Ένα σταθερό ωράριο ύπνου και η αποφυγή στρεσογόνων καταστάσεων πρέπει να επιδιώκεται σε κάθε περίπτωση. Έντονο φως και υψηλής έντασης ήχος καθώς και μεταβολές του καιρού (πολύ ψηλές ή χαμηλές θερμοκρασίες και αυξημένη υγρασία) ενοχοποιούνται συχνά για την εκδήλωση ημικρανικού τύπου κεφαλαλγίας.
Θα πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι κάθε πλαγιωμένη στο μισό του κρανίου κεφαλαλγία δεν είναι απαραίτητα ημικρανία. Κάλλιστα μπορεί μια κεφαλαλγία τάσεως να αφορά το μισό του κεφαλιού. Έτσι πολλές φορές βάσει της εντόπισης του πόνου γίνεται εσφαλμένα η διάγνωση ημικρανίας με συνέπεια οι ασθενείς να λαμβάνουν λάθος θεραπεία. Είναι απαραίτητη λοιπόν η κλινική εκτίμηση κάθε ασθενούς με κεφαλαλγία από νευρολόγο, έτσι ώστε να καθοριστεί με ακρίβεια ο τύπος της κεφαλαλγίας.